Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

Εκστρατεία για την αύξηση του αστικού πράσινου

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Στο πλαίσιο της πιλοτικής εφαρμογής του προγράμματος του Κ.Π.Ε. Μακρινίτσας «Το δέντρο της ζωής σε 4 εποχές» προτείνεται κυρίως στα σχολεία του πολεοδομικού συγκροτήματος Βόλου και Ν. Ιωνίας να συμμετάσχουν στην εκστρατεία για την αύξηση του αστικού πράσινου.
Κάθε σχολείο συγκεντρώνει χρήματα (σε έναν κουμπαρά) για την αγορά δέντρων που θα φυτευτούν στην αυλή του Σχολείου.
Προσφέρει μία ελιά για να φυτευτεί στο χώρο του άλσους του Πανθεσσαλικού Σταδίου. Με την ευκαιρία των Μεσογειακών Αγώνων να σχηματιστεί ένας μικρός ελαιώνας, ο οποίος θα είναι προσφορά των μαθητών-των αυριανών ενεργών πολιτών της πόλης.
Άλλες δραστηριότητες που θα προταθούν από τους συμμετέχοντες.
Η εκστρατεία προτείνεται να γίνει με τη συμμετοχή των Διευθύνσεων Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης Ν. Μαγνησίας, της ΝΑΜ, των Δήμων Βόλου και Ν. Ιωνίας, των τοπικών Μ.Μ.Ε. και άλλων φορέων.


H φυσιογνωμία των λαών και των κοινωνιών πλάθεται, εκτός των άλλων, και μέσα από τον διάλογό τους με τον φυσικό χώρο που τους περιβάλλει.
Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ
ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ ΑΠΟ ΕΜΑΣ
Μια ώρα επαφής με τη φύση βελτιώνει κατά 20% κατά μέσο όρο την απόδοση της μνήμης και της προσοχής. Ακόμα κι αν κάνει κρύο έξω, μια βόλτα στο πάρκο βελτιώνει τη μνήμη και την ικανότητα προσοχής του ανθρώπου, σύμφωνα με νέα έρευνα ψυχολόγων και νευροεπιστημόνων του πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Οι πράσινες γωνιές της πόλης:
• Βελτιώνουν το κλίμα
• Μειώνουν τους θορύβους
• Προσφέρουν εμπειρίες (μυρωδιές, χρώματα, αλλαγή εποχών)
•Γίνονται χώροι αναψυχής, χαλάρωσης και κοινωνικής συναναστροφής
• Διατηρούν τη βιοποικιλότητα
«Οι κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου είναι η ανάσα της πόλης. Είναι μια σιωπηλή πηγή ζωής».
WWF Ελλάς
Φυτεύοντας ένα δέντρο, συμμετέχουμε στην καταπολέμηση του φαινόμενου του θερμοκηπίου και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Γιατί ένα δέντρο μέσου ύψους κατά τη διάρκεια ενός χρόνου απορροφά 12 κιλά διοξειδίου του άνθρακα και απελευθερώνει το οξυγόνο που είναι απαραίτητο για μια οικογένεια τεσσάρων ανθρώπων σε ένα χρόνο.

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009

Η ηλικία ως σύνορο στην καθημερινότητά μου


«Το σώμα βρίσκεται στο επίκεντρο ποικίλων διαφορετικών και αντιφατικών μεταξύ τους σκέψεων και θεωρήσεων: είναι γνώριμο αλλά ταυτόχρονα και ξένο, είναι «φυσικά δοσμένο» και ταυτόχρονα προσλαμβάνεται μόνο με συνάρτηση με πολιτισμικά και κοινωνικά δεδομένα. Είναι άρρηκτα δεμένο με το νου, αλλά ταυτόχρονα η υλικότητά του συχνά αντιπαρατίθεται με τις πνευματικές δραστηριότητες. Νομίζουμε ότι μας ανήκει, αλλά ξέρουμε ότι ελέγχεται και ρυθμίζεται από μια πληθώρα επιστημονικών λόγων, ειδικοτήτων, πρακτικών και τεχνολογικών εφαρμογών. Το νιώθουμε ως ολότητα, αλλά βλέπουμε την ολότητα του να θρυμματίζεται σε διακριτά μέρη και μεμονωμένες λειτουργίες. Φροντίζουμε για τη διατήρηση ενός νεανικού, σφριγηλού και σεξουαλικά επιθυμητού σώματος, αλλά μας κατακλύζει η αγωνία και ο φόβος για τη φθορά…». Ένας φόβος που συνδυάζεται με την ηλικία.
Αλήθεια τούτη την ώρα έρχονται στη μνήμη μου τα λόγια της μακαρίτισσας της μάνας μου που συχνά έλεγε «πώς πέρασε ο χρόνος, σαν χθες ήμουν…», μα και οι συνήθειες στο ντύσιμό της όπου στα 80 της τολμούσε και φορούσε ρούχα πολύχρωμα. Ρούχα που πολλές φορές της επισήμανα πως δεν ήταν για την ηλικία της. Της έβαζα ένα σύνορο στις επιλογές της, μα εκείνη το προσπερνούσε, το αγνοούσε, πήγαινε κόντρα σ’ αυτό που θεωρούταν αυτονόητο για τους συνομήλικους της.
Σήμερα εγώ στα 45 αναγνωρίζω πως το ντύσιμο είναι μια μορφή επικοινωνίας. Είναι ένα σύνορο μεταξύ του εσωτερικού μας κόσμου και του εξωτερικού, του κοινωνικού περίγυρου. Ανήκει σε εμάς, είναι κομμάτι μας, αφού το επιλέγουμε και το φέρουμε πάνω μας, δημιουργούμε μία ταυτότητα και ταυτόχρονα είναι κάτι που βρίσκεται ήδη έξω από εμάς. Μπορούμε να πούμε ότι με αυτά που φοράμε έχουμε μια πολύ προσωπική συνομιλία με τον κόσμο, έτσι όπως τον αντιλαμβανόμαστε. Είναι αξιοθαύμαστο το πώς το ντύσιμο μπορεί να είναι ταυτόχρονα ένα παραβάν που μας κρύβει και μια οθόνη που μας προβάλλει. Το επιλέγουμε όμως συνήθως κάτω από τις επιταγές της μόδας που καθορίζονται από το φύλλο και την ηλικία. Επομένως η ηλικία και το φύλο βάζουν όρια. Όρια που πολλές φορές θέλεις να παραβλέψεις άλλα υπάρχουν οι δικοί σου άνθρωποι για να σου το θυμίσουν, «μπαμπά δεν είναι για σένα αυτό το παντελόνι, αυτό το φορούν εικοσάρηδες» και έτσι υποχωρείς και αγοράζεις αυτό που «ταιριάζει» στην ηλικία σου. «…η εξωτερική εμφάνιση συμβολίζει την προσωπική τάξη ή αταξία, την εσωτερική ηρεμία, την ικανότητα για έλεγχο και πειθαρχία του εαυτού». Τι όμως θα θεωρήσουμε αταξία και μη πειθαρχία του εαυτού; Μήπως το ντύσιμο που δε συμβαδίζει με την ηλικία και το φύλο;
Κοιτάζοντας τη δράση των υποκειμένων στην καθημερινή τους ζωή, ιδίως αυτή που αφορά την κατανάλωση διακρίνεται ένας καταμερισμός σύμφωνα με το φύλο αλλά και με την ηλικία. Μέσα από τις αποφάσεις που παίρνουν για το τι αρμόζει ή δεν αρμόζει να αγοραστεί, πότε, για ποια χρήση και για ποιον, ορίζονται διαχωριστικές γραμμές, σύνορα και συγκροτούνται ταυτότητες και σχέσεις. Πρόκειται για ένα έμφυλο δίπολο όπου ο άντρας φτιάχνει, παράγει και συμβάλλει στην αύξηση του κεφαλαίου πραγματικού ή συμβολικού του νοικοκυριού και η γυναίκα καταναλώνει, ξοδεύει, τρώει. Όλως αντιθέτως η ρήση «χωρίς τη γυναίκα σπιτικό δε γίνεται», θέλει τις γυναίκες να βρίσκουν την καταξίωσή τους μέσα από την τιθάσευση της «φύσης» τους, δηλαδή της καταναλωτικής τους συμπεριφοράς.
Σήμερα η ιδεολογία της κατανάλωσης θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε πως έχουμε μπει σε μια καινούρια εποχή, και ότι μια αποφασιστική ανθρώπινη επανάσταση χωρίζει την οδυνηρή και ηρωική εποχή της παραγωγής από την ευφορική εποχή της κατανάλωσης. Το «αγοράστε τώρα και πληρώστε αργότερα», ήρθε να αντικαταστήσει τα πουριτανικά θέματα της εργασίας, της αποταμίευσης, της κληρονομιάς. Αλλά αυτό φαινομενικά αποτελεί μια ανθρώπινη επανάσταση. Στην πραγματικότητα το άτομο υπηρετεί το βιομηχανικό σύστημα καταναλώνοντας τα προϊόντα του. Το σύστημα έχει ανάγκη τους ανθρώπους ως εργαζόμενους (μισθωτή εργασία), ως οικονόμους (φόροι, δάνεια), αλλά ολοένα και περισσότερο ως καταναλωτές.
Τα στιλ κατανάλωσης συχνά παίζουν μεγαλύτερο ρόλο για να προσδιοριστούν οι ταυτότητες και η συνείδηση των ανθρώπων παρά η θέση τους στο παραγωγικό σύστημα. Η εικόνα μας εξαρτάται το τι φοράμε, το τι καταναλώνουμε.
Στον πολιτισμό της καθημερινής ζωής τα εμπορικά κέντρα και οι εμπορικοί οδοί μετατρέπονται σε πεδία μιας τερπνής απόδρασης από τη συνηθισμένη συνείδηση της πραγματικότητας στο πλαίσιο μιας συλλογικότητας. Shopping therapy. Οι εικόνες προσωπικοτήτων, ως πρότυπα που έχουν συνδεθεί με προϊόντα, χρησιμεύουν για να μας πείσουν, πως αγοράζοντας αυτά τα αγαθά, ταυτόχρονα συμμετέχουμε σε μια κοινή εμπειρία ενός πιο δυναμικού και αισθησιακού κόσμου. Τα πρότυπα διατάσσονται σε αρσενικό και θηλυκό. Παρότι προβάλλονται εικόνες-διαφημίσεις όπου ο άντρας καταπιάνεται με το μαγείρεμα ή την καθαριότητα του σπιτιού, θεωρώ πως συνεχίζεται η αναπαραγωγή παλαιών στερεοτύπων ανάμεσα στα δύο φύλα.
Το αρσενικό πρότυπο είναι το πρότυπο της απαίτησης και της επιλογής. Όλη η αρσενική διαφήμιση επιμένει στις στρατιωτικές και πουριτανικές αρχές της αδιαλλαξίας, της αποφασιστικότητας και της αρετής. Ο σύγχρονος άντρας ποιότητας είναι απαιτητικός και δεν επιτρέπει στον εαυτό του καμιά αδυναμία. Φροντίζει την εμφάνιση του και ξοδεύει περισσότερα από τη γυναίκα μιας και δε διαπραγματεύεται τις τιμές.
Το θηλυκό πρότυπο επιβάλλει στη γυναίκα να αρέσει στον εαυτό της. Απαιτούνται η αυταρέσκεια και η ναρκισσιστική φροντίδα. Κατά βάθος εξακολουθούμε να καλούμε τους άντρες να παίξουν το στρατιώτη και τις γυναίκες να παίξουν με τον εαυτό τους σαν με τις κούκλες. Η γυναίκα πασχίζει να ικανοποιηθεί μόνο και μόνο για να εισέλθει καλύτερα ως διεκδικούμενο αντικείμενο στον αρσενικό ανταγωνισμό, να αρέσει στον εαυτό της, για να αρέσει και στους άλλους. Το επάγγελμα της «γλάστρας» γυναίκας σε τηλεοπτικές εκπομπές μεγάλης τηλεθέασης επιβεβαιώνει την παραπάνω θέση πως η γυναίκα χρησιμοποιείται ως καταναλωτικό αντικείμενο.
Ο σύγχρονος άντρας, τον βλέπουμε παντού στις διαφημίσεις, καλείται κι αυτός να αρέσει στον εαυτό του. Η χρησιμοποίηση εκ μέρους του καλλυντικών ή το βάψιμο των μαλλιών παύουν να είναι ταμπού. Το σκουλαρίκι βρίσκει όλο και περισσότερους οπαδούς.
Η κατανάλωση φυσικά θέλει καταναλωτές ανεξάρτητα από το φύλο. Η ύπαρξη unisex ρούχων το επιβεβαιώνει. Παρόλα αυτά θεωρώ πως η κατανάλωση αναπαράγει έμφυλα πρότυπα και ίσως σε ορισμένα σημεία η δομική και ιεραρχική αντίθεση του αρσενικού και του θηλυκού να ενισχύεται.
Πέρα από το χώρο της ένδυσης, όπου η ηλικία γίνεται ένα σύνορο που καθορίζει τις επιλογές, βλέπω πως και ορισμένοι χώροι διασκέδασης ή κοινωνικής συνεύρεσης οριοθετούνται με γνώμονα την ηλικία. Ορισμένες π.χ καφετέριες της παραλίας του Βόλου συγκεντρώνουν νεανικό κενό, ώστε οι άνθρωποι της ηλικίας μου να νιώθουν «σαν τη μύγα μέσα στο γάλα», με αποτέλεσμα να αποφεύγουν τους χώρους αυτούς.
Θα πρέπει όμως να αναφέρω, πως πάντα υπάρχουν άτομα που προσπαθούν να περάσουν αυτά τα σύνορα που δημιουργούνται είτε από το φύλο είτε από την ηλικία. Ασφαλώς δεν μπορώ να γνωρίζω πως τους αντιμετωπίζουν οι μη συνομήλικοί τους. Εδώ ίσως μας βοηθήσουν οι σκέψεις συμφοιτήτριας μου που στο ερώτημα πώς κρίνει τα άτομα μεγάλης ηλικίας π.χ σαραντάρηδες να ντύνονται όπως στη δική της ηλικία, μας απάντησε: «Αν είναι όλο το live stile και έχει φυσικά τις ανάλογες αναλογίες (σωματικές) νομίζω πως δε θα με ενοχλούσε αισθητικά. Αν πάλι όμως ήταν μία κυρία που είχε τις αναλογίες της μαμάς μου, ναι, νομίζω ότι θα ήταν πολύ δύσκολο». Διακρίνουμε μία ταύτιση με τη θεώρηση «…ότι το ενδιαφέρον των κοινωνιών κατά την ύστερη νεωτερικότητα μετατίθεται από το εργαζόμενο σώμα στην εργασία προς ή για το σώμα, η μετάθεση αυτή αποβλέπει κυρίως στην κατάκτηση μιας εικόνας νεανικού, αδύνατου, γυμνασμένου σώματος χωρίς εμφανή σημάδια του χρόνου». Από μια ηλικία και μετά θέλουμε ο χρόνος να σταματήσει να μας γεμίζει ρυτίδες, να αφήνει τα σημάδια του, αρνούμαστε να γευτούμε τις χαρές της ηλικίας μας και «λιγουρευόμαστε» καμώματα νεανικά.
Θα συνεχίσω με τα προσωπικά μου βιώματα στο χώρο του Πανεπιστημίου. Όταν εισήχθηκα στη σχολή δυο με τρεις ήμασταν που ηλικιακά ξεχωρίζαμε από τους υπόλοιπους φοιτητές. Την πρώτη ημέρα θεωρήθηκα από κάποιους ως διδάσκων. Σαν έμαθαν, πως ήμουν κι εγώ φοιτητής, στην αρχή παραξενεύτηκαν. Όταν πληροφορήθηκαν πως ήμουν δάσκαλος και ερχόμουν για δεύτερο πτυχίο η απορία τους μετατράπηκε σε έναν θαυμασμό. Όλο αυτό το διάστημα διακρίνω μία αποδοχή, αλλά και μία σχέση σεβασμού. Ορισμένοι συμφοιτητές μου, ιδίως κορίτσια με προσφωνούν με το «κύριε…». Θεωρώ πως η ηλικία λειτουργεί ως ένα σύνορο σ’ αυτές τις σχέσεις. Η ανθρώπινη ύπαρξη αν και είναι μια συλλογική ύπαρξη στη θέα του άλλου αναδιπλώνεται στον εαυτό της. Νιώθει να κινδυνεύει η οντότητά της στο συναπάντημα με το διαφορετικό. Και οι φοιτητές μεγάλης ηλικίας είναι το διαφορετικό, είναι το έξω από τον κανόνα. Ίσως να θεωρούνται πρόσωπα που τυγχάνουν ιδιαίτερης μεταχείρισης.
Σε σχετικό ερώτημα προς συμφοιτήτριά μου πώς βλέπει τους συμφοιτητές της που έχουν την ίδια ηλικία με τους γονείς της απάντησε: « Με τις κυρίες δεν μπορώ να πω πως έχω ιδιαίτερες σχέσεις. Ίσως γίνεται ταύτιση και τώρα με τη μαμά (αυστηρή μαμά) που μεν έχουμε καλές σχέσεις και με τους κυρίους, αν και συνεχίζω να τους φωνάζω κυρίους και όχι με τα μικρά σας, κι αυτό μπαίνει στα σύνορα, ε, νομίζω ότι έχουμε καλύτερη σχέση. Και σημειώσεις ανταλλάσουμε και στους διαδρόμους μιλάμε και γίνονται αστεία μεταξύ μας. Νομίζω ότι είναι καλά, βέβαια υπάρχει ανταγωνιστικότητα, δεν μπορώ να πω το αντίθετο, γιατί όταν εσείς έχετε περισσότερα χρόνια, ε ζωής, περισσότεροι είναι στο δεύτερο πτυχίο, έχετε μεγαλύτερη πείρα. Είστε τα πρότυπά μας, αυτό μην το πάρετε πάνω σας.» Και στο ερώτημα πως θεωρεί τη σχέση με αυτά τα πρόσωπα, συνέχισε: «Μερικές φορές πιο ουσιαστική από τα άτομα της ηλικία μου».
Η συζήτηση συνεχίστηκε με το ερώτημα αν βλέπει διαφορές στα άτομα της αυτής ηλικίας λόγο του φύλου «πιστεύω ότι οι συμφοιτήτριες που είναι στην ηλικία της μαμά μου έχουν και περισσότερες δουλειές. Δεν πολυέρχονται στη σχολή, τρέχουν για τα παιδιά τους , δεν είναι γενικά και πολύ…ενώ εσείς είστε πιο…
Μέσα από τα παραπάνω λεγόμενα – σκέψεις της συμφοιτήτριας μου, φαίνεται πως η ηλικία και το φύλο δημιουργούν σύνορα. Τα προσωπικά της βιώματα και οι σχέσεις με τους γονείς καθορίζουν και την οπτική της απέναντι στους συμφοιτητές της που είναι συνομήλικοι με τους γονείς της. Υπάρχει μία αντίφαση στη σχέση-επικοινωνία, από τη μια είναι πρόσωπα ανταγωνιστικά και από την άλλη γίνονται πρότυπα. Πάντως τα στερεότυπα του πατέρα που έχει ελεύθερο χρόνο και της μητέρας που τρέχει για τα παιδιά έχουν περάσει στη θεώρησή της. Αγνοεί πως και πολλοί μπαμπάδες έχουν το ρόλο του «ταξιτζή» για να μεταφέρουν τα παιδιά τους στις διάφορες δραστηριότητές τους.
Θα πρέπει να κατανοήσουμε πως περάσαμε από την ομοιογενή παραδοσιακή κοινωνία με τις κοινές αξίες και τους σταθερούς ρόλους, σε μια σύγχρονη κοινωνία όπου το άτομο καλείται να συμμετέχει σε διαφορετικές ομάδες με ασυμβατότητα ρόλων.
Συνοψίζοντας, θεωρώ πώς η ηλικία γίνεται ένα σύνορο στην καθημερινότητά μου. Σύνορο που καθορίζει τις επιλογές μου στο ντύσιμο, τη διασκέδαση, την κοινωνική συναναστροφή, τον τρόπο του «φέρεσθαι» . Δε μπορεί όμως να θεωρηθεί όμως ως ένας ανεξάρτητος παράγοντας, συνδυάζεται και με το φύλο καθώς και με την κουλτούρα. Τα σύνορα όμως υπάρχουν για να τα παραβιάζουμε, να διαγράφουμε παλιά κάθε φορά που νέα σύνορα σχηματίζονται στην καθημερινότητά μας. Σύνορα που όμως μπορεί να πέφτουν μπροστά σ’ ένα τραπέζι, όπου υψώνονται ποτήρια για να ακουστούν προπόσεις και ευχές…

Βιβλιογραφία
· Ρ. Καυταντζόγλου & Μ. Πετρονώτη, Όρια και Περιθώρια Εντάξεις και Αποκλεισμοί, ΕΚΕ, Αθήνα 2000
· Δ. Μακρυνιώτη, Τα Όρια του Σώματος, νήσος, Αθήνα 2004
· S. Hall, D. Held & A. McGrew, Η νεωτερικότητα σήμερα, Σαββάλας

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009

"Μπροστά στον καθρέφτη"-βιβλιοπαρουσίαση


«Μπροστά στον καθρέφτη», είναι ένα βιβλίο από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Έτος 1ης έκδοσης το 2004. Συγγραφέας του βιβλίου είναι η Μίνα Μαχαιροπούλου, η οποία γεννήθηκε στην Κομοτηνή, τελείωσε το Πάντειο Πανεπιστήμιο, υπήρξε υπεύθυνη της δημοσιογραφικής ζώνης στην ΕΡΑ Κομοτηνής και σήμερα είναι σύμβουλος σε θέματα πολιτισμού της Υπερνομαρχίας Ροδόπης–Έβρου. Έχει συγγράψει κείμενα για το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης και από το 2003 συμμετέχει ως εμψυχώτρια στο Πρόγραμμα εμψύχωσης σε έφηβους μουσουλμάνους της Θράκης.
Ο τίτλος του βιβλίου προϊδεάζει τον αναγνώστη πως πρόκειται για ένα λογοτεχνικό κείμενο. Ο υπότιτλος όμως «μαρτυρίες» καταδεικνύει πως τα γραφόμενα είναι και λεγόμενα, καταγεγραμμένες μαρτυρίες.
«Μια συζήτηση με νέους της μειονότητας της Θράκης. Μια συντροφιά σε μια προσπάθεια γνωριμίας και ταυτόχρονα υπέρβασης, καθώς όλοι τους έσπασαν ένα ισχυρότατο ταμπού, τον αόρατο κλοιό της απομόνωσης. Όνειρό τους η δημιουργική συνύπαρξη και σύμπραξη χριστιανών και μουσουλμάνων. Χωρίς εμμονές, χωρίς αναμάσημα στερεοτύπων, χωρίς να παρασύρονται από τον πειρασμό της παραίτησης, της εμπάθειας,της απελπισίας ή της παθητικότητας, βρίσκουν την ευτυχία στο μωσαϊκό του πολυπολιτισμού της Θράκης. Πρόθεση της συγγραφέως η έμφαση στον άνθρωπο. Μέσα από τις βιωματικές ιστορίες και την προσωπική κατάθεση και στάση ζωής του καθενός, μέσα από τις διαφωνίες ή τις συμφωνίες που συνεπάγεται η ιδιαιτερότητα της προσωπικότητας του καθενός, χτίζεται ένα ξεχωριστό όνειρο.»
Η εισαγωγή του βιβλίου που είναι γραμμένη από το Νικήτα Λιοναράκη δίνει από τις πρώτες κιόλας σειρές ποιο είναι το περιεχόμενο του βιβλίου. Σας μεταφέρω κάποια αποσπάσματα «Καλό το κόλπο της Μίνας, σκέφτηκα, καθώς διάβαζα το κείμενο! Χωρίς να το γράφει η ίδια, πέτυχε να βγάλει αυτό που ήθελε…..όταν το έδωσα σ’ ένα φίλο να το δει, πονηρεύτηκε κι αυτός. «Την πάτησε η Μίνα», μου είπε . «Αντί να βρει κάποιους εκφραστικούς νέους της μειονότητας, βρήκε την πρωτοπορία της. Είναι οι νέοι της Θράκης σαν αυτούς;» «Φυσικά» του απάντησα ως γνώστης. Στην πραγματικότητα η Μίνα δεν έκανε λάθος. Και η ιδέα της να δώσει το λόγο στην ίδια τη νεολαία της περιοχής αποδείχτηκε λαμπρή».
Μια ομάδα λοιπόν νέων της Τουρκικής μειονότητας γίνονται οι πρωταγωνιστές του βιβλίου.
Χαλήλ Μουσταφά: γεννήθηκε στην Κομοτηνή το1977. Σπούδασε νομικά στη Σμύρνη και μαζί με το Θανάση Γκαιφυλλια ίδρυσαν το 1996 το μουσικό σχήμα Αλάβαστρο.
Ντιλέκ Χαμπίμπ: γεννήθηκε στην Κομοτηνή το 1968. Πολύ μικρή έφυγε στη Γερμανία και επέστρεψε στην τρίτη δημοτικού. Έχει σπουδάσει κοινωνιολογία, εργάστηκε ως μεταφράστρια, ως δημοσιογράφος και σήμερα είναι αποσπασμένη στη Διευρυμένη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ροδόπης–Έβρου.
Σαμη Καραμπουγιουκόγλου: γεννήθηκε στην Ξάνθη το 1970. Σπούδασε στη Γυμναστική Ακαδημία της Άγκυρας. Από το 1997 εργάζεται στην ΕΡΑ Κομοτηνής και παρουσιάζει δικές του εκπομπές πολιτικού και πολιτιστικού περιεχομένου.
Τζεβδετ Ιμπραήμ: γεννήθηκε στην Κομοτηνή το 1970. Εργάστηκε ως ξυλουργός, ως ζαχαροπλάστης και σε βουλκανιζατέρ. Το 1996 άνοιξε το καφέ Αλάβαστρο, σημείο αναφοράς νέων χριστιανών και μουσουλμάνων με προοδευτικό πνεύμα. Σήμερα είναι ιδιοκτήτης του καφέ μπαρ Ονείρια.
Ντινταρ Μεχμέτ: γεννήθηκε στην Κομοτηνή το 1969. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου. Από το 1994 δουλεύει σε ξενόγλωσσο φροντιστήριο της Κομοτηνής και παράλληλα παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα ελληνικής, αγγλικής και τούρκικης γλώσσας.
Ιλκεμ Ιμπραήμογλου: γεννήθηκε στην Ξάνθη το 1977. Σπούδασε μετάφραση στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Ζει και εργάζεται στο Λονδίνο ως μεταφράστρια κινηματογραφικών ταινιών. Επισκέπτεται τακτικά την Ξάνθη.
Σ’ ένα τόπο όπου ο ήχος της καμπάνας συναντά την φωνή του ιμάμη, ο μαύρος φερετζές το μοντέρνο δυτικό ντύσιμο, η ιδιαίτερη κληρονομιά το δυτικό τρόπο ζωής , η αθεΐα την βαθιά πίστη, συναντήθηκαν η συγγραφέας και τα πρόσωπα που προαναφέρθηκαν για μια κουβέντα, μια συζήτηση, μια συνέντευξη που δεν υπαγορεύονταν από κάποιο περιοδικό η εφημερίδα. Ήταν ένας διάλογος σε μια προσπάθεια γνωριμίας.
Τα θέματα που έφεραν στη συζήτηση και αποτελούν το σκελετό του βιβλίου είναι:
§ Πως ορίζεται η ταυτότητα
§ Ο ελεύθερος χρόνος
§ Οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια
§ Η θέση της γυναίκας
§ Η πολυπολιτισμική συνύπαρξη
§ Η σχέση με τη θρησκεία
§ Οι μικτοί γάμοι
§ Σχέσεις πλειονότητας-μειονότητας
§ Η μειονότητα της Θράκης
§ Το μέλλον της περιοχής
§ Οι προσωπικές επιλογές
Πως ορίζεται η ταυτότητα
Το ερώτημα που τίθεται είναι πόση διαφορά μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε ανθρώπους που ζουν στον ίδιο τόπο, καθημερινά συναντούν τους ίδιους ανθρώπους, ακούν την ίδια μουσική, διαβάζουν τα ίδια βιβλία, αναπνέουν τον ίδιο αέρα, κολυμπούν στις ίδιες θάλασσες. Και πόσο αυτή η διαφορά είναι μεγαλύτερη η σημαντικότερη από διαφορές που υπάρχουν ακόμα στα άτομα της ίδιας οικογένειας;
Ο Τζεβδετ θεωρεί πως το καθετί που συμβαίνει στον κόσμο είναι μοναδικό. Ο Χαληλ αγωνιά γιατί επιβάλλεται ένας καθιερωμένος τύπος ανθρώπου. Όλοι όμως συμφωνούν πως είναι «πλούσιοι» γιατί ζουν σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, όπου δίνονται ευκαιρίες για ανατροπή στερεότυπων. Ο Χαληλ υποστηρίζει πως δεν υπάρχουν δυο πλευρές, μειονότητα και πλειονότητα αλλά δυο κατηγορίες ανθρώπων αυτοί που έχουν προσωπικότητα και αυτοί που γίνονται έρμαια των άλλων. Ο Σαμη έχει την απαίτηση να συνυπάρξει με τον άλλο και όχι να μοιάσει στον άλλον, αλλά να υπάρχει η αποδοχή της διαφορετικότητας. Το δικαίωμα στη διαφορά είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Το μωσαϊκό των πολιτισμών είναι η ευτυχία των ανθρώπων τονίζουν όλοι τους. Τη διαφορά επομένως οι πρωταγωνιστές του βιβλίου την τοποθετούν πέρα από τη γλώσσα, τη θρησκεία και τις συνήθειες. «Όλοι οι άνθρωποι είμαστε το ίδιο, αυτό που μας κάνει μοναδικούς είναι ο τρόπος ιεράρχησης των πραγμάτων», όπως λέει η Τζεβδετ.
Πίσω όμως από τα λεγόμενα κρύβονται νέα όρια. Ενώ προσπαθούν να διαγράψουν την ταξινόμηση σε μειονότητα και πλειονότητα, οι ίδιοι θέτουν νέα σύνορα με βάση την ιεράρχηση των πραγμάτων. Ίσως όμως αγνοούν πως αυτή η ιεράρχηση είναι στενά εξαρτημένη από το πολιτισμικό υπόβαθρο και επομένως τα νέα όρια δε διαφοροποιούνται και πολύ από τα παλιά της πολιτισμικής ταυτότητας.
Ελεύθερος χρόνος-χόμπι
Η
ζωγραφική, η μουσική, ο περίπατος στα σοκάκια της πόλης, το διάβασμα, ο κινηματογράφος, η φωτογραφία, το ποδήλατο, η περισυλλογή, το γυμναστήριο γεμίζουν τον χρόνο. Αλήθεια πόσο διαφοροποιείται ο ελεύθερος χρόνος και τα χόμπι της μειονότητας από το χρόνο και τα χόμπι της πλειονότητας;
Οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια
Πιστεύουν πως υπάρχει χάσμα γενεών σε όλες τις ηλικίες. Η Ιλκεμ αναφέρεται στην καλή επικοινωνία με τον πατέρα της που τον χαρακτηρίζει ανοιχτόμυαλο, αλλά έχει συνειδητοποιήσει πως ούτε αυτή μπορεί να αλλάξει τους γονείς της, όπως κι εκείνοι δεν μπορούν να αλλάξουν αυτή. Η παραπάνω θέση με βρίσκει σύμφωνο. Άλλωστε οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια καθορίζονται από τις αντιλήψεις των μελών της για το τι είναι σωστό και τι όχι, από τον κοινωνικό περίγυρο από τα βιώματα και τις εμπειρίες των γονέων.
Αυτό που αναφέρει ο Σαμη είναι άξιο προσοχής πως στη μειονότητα το χάσμα μεγαλώνει γιατί ο τρόπος των περισσότερων είναι συντηρητικός, είναι θρήσκοι και με ελάχιστη μόρφωση. Από την άλλη τα παιδιά μιλάνε καλά την ελληνική και άλλες γλώσσες, αθλούνται, μαθαίνουν χορό, με αποτέλεσμα να έχουν δυο διαφορετικούς τρόπους ζωής, κάτι που ενοχλεί τους μεγάλους, που ίσως να θεωρούν πως αλλοιώνεται και χάνεται η ταυτότητα των παιδιών τους. Αγωνίες που έχουν όμως πιστεύω και συντηρητικοί γονείς της πλειονότητας. Το τι θα πουν οι συγγενείς, οι γείτονες προβληματίζει και αγχώνει τους γονείς. Μήπως το ίδιο δε συμβαίνει και με τους δικούς σας γονιούς;
Η θέση της γυναίκας
Η Ντιλνταρ πιστεύει πως υπάρχει χάσμα ανάμεσα στη μάνα και στην κόρη, στον πατέρα με το γιο. Μέσα από τη συζήτηση αναδεικνύονται οι διαφορετικές απόψεις περί τιμής όπου άλλοι το δέχονται ως ιερό και άλλοι δεν νοιάζονται αν η κόρη τους έχασε την παρθενιά της, αρκεί να έκανε ένα καλό γάμο. Θέμα επίσης συζήτησης είναι ο φερετζές και το κάλυμμα της κεφαλής. Η Ντιλνταρ λέει «η μητέρα μου φοράει φερετζέ. Εμένα δε με πίεσαν ποτέ γι αυτό. Βοηθάει το ότι έχω σπουδάσει… Η Ιλκεμ θα πει «κι εμένα φορούσε η γιαγιά μου φερετζέ, η μητέρα μου μόνο καντήλα. Σ’ εμένα δεν τέθηκε ποτέ το θέμα αυτό.
Μέσα από τις απαντήσεις διακρίνουμε τη διαφορά μέσα στην ίδια την πολιτισμική ομάδα.
Αυτό που μου είχε προκαλέσει εντύπωση σε ταξίδι μου στην Κομοτηνή ήταν η εμφάνιση νέων γυναικών που ντυμένες με τζιν συνολάκι, παντελόνι και μπουφάν, φορούσαν και μαντίλα. Την εξήγηση τη δίνει η Ντελεκ «παλιά ο φερετζές ήταν η παραδοσιακή ενδυμασία της μουσουλμάνας γυναίκας της Θράκης. Όσες σπούδαζαν η εργάζονταν δε φορούσαν. Τα τελευταία χρόνια άλλαξε το σκηνικό, γατί μπήκε η ιδέα του πολιτικού Ισλάμ».
Αναγνωρίζουν πως ο δυτικός τρόπος σκέψης, ο εκσυγχρονισμός άρχισε να μπαίνει στη ζωή τους και στην κοινωνία τους.
«Η μόδα είναι μια ευρύτητα διαδεδομένη πρακτική που προσφέρει στα νεωτερικά υποκείμενα τη δυνατότητα να προσαρμόζουν ορισμένα γνωρίσματα της ταυτότητάς τους στις συνθήκες γρήγορων αλλαγών». Μόδα που αφορά το ντύσιμο, αλλά και τις σχέσεις.
Η πολυπολιτισμικη συνύπαρξη
Για τον Τζεβετ είναι μια πολύ μεγάλη πολυτέλεια που ζει σ’ ένα τόπο όπου κάθε μέρα και κάθε στιγμή μπορεί να αγγίξει και να μυρίσει το διαφορετικό. Για το Χαληλ η Θράκη είναι ένα μέρος όπου μπορείς να εξελίξεις την προσωπικότητα σου και γατί όσοι ζουν εκεί γνωρίζουν περισσότερα πράγματα από κάποιους άλλου και πιστεύει πως η Θράκη ζει την πιο εύκολη της περίοδο. Εκείνο που τονίζει είναι πως λείπει η εμπιστοσύνη. Μια πραγματικότητα που οφείλεται όχι στους απλούς ανθρώπους αλλά στους πολιτικούς όπως αναφέρει ο Σαμη. Στην έλλειψη εμπιστοσύνης έχουν συμβάλει οι μυστικές υπηρεσίες και από τις δυο πλευρές και η μειονότητα έχει να κάνει με δυο κέντρα εξουσίας.
Η σχέση με τη θρησκεία
Τα βιώματα των πρωταγωνιστών οδηγούν και σε διαφορετικές απόψεις. Η Ντιλεκ δεν έχει νιώσει τη θρησκευτική καταπίεση και ίσως αυτό να οφείλεται ότι ζούσαν ως αστοί σε μικτή γειτονιά. Συνήθειες των χριστιανών είχαν υιοθετηθεί από την οικογένεια της, όπως το βάψιμο κόκκινων αυγών, ο στολισμός του χριστουγεννιάτικου δέντρου, τα δώρα του Αη Βασίλη. Για τη Ντιλνταρ η ιδέα ότι υπάρχει Θεός την ανακουφίζει. Προσεύχεται, κρατάει τις νηστείες, διαβάζει το κοράνι στα αραβικά.
Οι μικτοί γάμοι
Η
Ντιλνταρ δε βλέπει με καλό μάτι τους μεικτούς γάμους γατί θέλει να μεγαλώσει τα παιδιά της με τις δικές της αξίες. Μέσα σ’ αυτούς τους γάμους η τουρκική παράδοση χάνεται. Θεωρεί πως στις μικρές κοινωνίες ο γάμος δεν είναι υπόθεση δυο ατόμων αλλά δυο οικογενειών. Για το Τζεβδετ δεν τον ενδιαφέρει αν το ταίρι του είναι από άλλη θρησκεία αλλά το να είναι ευτυχισμένος. Ο Σαμη αντικρούοντας τα επιχειρήματα της Ντιλνταρ πως ο πολιτισμός δε χάνεται μέσα σε ένα μικτό γάμο και πως αυτά είναι επιχειρήματα των οπισθοδρομικών. Ο μικτός γάμος είναι μια προσωπική υπόθεση. Δεν τον ενοχλεί αν τα παιδιά του δεν μιλήσουν τη γλώσσα των γονιών, τον ενοχλεί αν οι γονείς δεν έχουν φροντίσει να δώσουν τα κατάλληλα εφόδια στα παιδιά τους. Η Ιλκεμ βλέπει θετικά αυτούς τους γάμους διότι προτάσσει τον έρωτα πάνω από τα θέλω της οικογένεια της.
Επίλογος
Ω
ς συμπέρασμα και με βάση τα λεγόμενα των πρωταγωνιστών του βιβλίου, η κουλτούρα, η θρησκεία, η γλώσσα, το φύλο και η ηλικία γίνονται κάθε φορά κι ένα όριο-σύνορο στις σχέσεις των ανθρώπων που διαβιούν στον ίδιο γεωγραφικό χώρο. «… οι καθημερινές κοινωνικές περιστάσεις χαρακτηρίζονται από ένα σύνολο απλών πρακτικών μέσω των οποίων τα σώματα των υποκειμένων τοποθετούνται και μετέχουν σε αυτές. Η υιοθέτηση ορισμένων στάσεων, χειρονομιών, κινήσεων βλεμμάτων συμβάλλει όπως υποστηρίζει ο Ε. Goffman, στη διατήρηση της ηθικής τάξης της περίστασης και επιβεβαιώνει τους ισχύοντες ηθικούς κανόνες, καθώς αναγνωρίζει και ενισχύει την ύπαρξη ‘σωστών’ και ‘λανθασμένων’ τρόπων παρουσίασης του εαυτού…» τρόπων που κατά την γνώμη μου βοηθούν στο σχηματισμό ορίων και συνόρων. Ίσως ορισμένα από τα παραπάνω (θρησκεία, κουλτούρα) να είναι τεχνικές της εξουσίας και δεχόμενος τη θέση του Φουκώ «πως η εξουσία είναι μια ιδιαίτερη έννοια, μια στρατηγική, μια πολλαπλότητα σχέσεων δύναμης άρρηκτα συνυφασμένων με την κοινωνία οι σχέσεις αυτές επιδρούν η κάθε μία πάνω στη δράση των άλλων, χειραγωγώντας προς ένα εφικτό αποτέλεσμα, και ότι διέπονται από υπολογισμό, σκοπούς και στόχους», θεωρώ πως μια εξουσία που δεν πηγάζει μόνο από το ελληνικό κράτος και τους θεσμούς του, αλλά και από κέντρα της γείτονας χώρας, θέτει όρια και σύνορα στους ανθρώπους, ώστε να εξυπηρετηθούν πολιτικοοικονομικές σκοπιμότητες. Δε θα πρέπει να μας διαφεύγει, πως αυτοί οι συμπολίτες μας που κατοικούν στη Θράκη και έχουν την ελληνική υπηκοότητα, στερούνται από τον επίσημο λόγο του εθνικού προσδιορισμού. Η ταυτότητά τους προσδιορίζεται με βάση το θρήσκευμα. Από την άλλη η Τουρκία με κάθε τρόπο προσπαθεί όλους τους Μουσουλμάνους της Θράκης να τους εντάξει στο τουρκικό έθνος. Επομένως όλο αυτό το πλαίσιο δημιουργεί στερεότυπα, δημιουργεί την εικόνα του άλλου που σε τελική ανάλυση γίνεται ένα σύνορο μεταξύ των ανθρώπων.
Κλείνοντας την βιβλιοπαρουσίαση θα σταθώ στην εικονογράφηση του εξώφυλλου που πραγματικά αποπνέει αρκετούς συμβολισμούς κατά τη γνώμη μου, οι οποίοι έρχονται να υποστηρίξουν το «άρωμα» που μένει από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου.
§ Το μήλο παραπέμπει στο δέντρο της γνώσης. Και φυσικά η γνώση γίνεται το όπλο που θα ανατρέψει στερεότυπα και ίσως κάνει ρωγμές στους τοίχους της ανθρώπινης συνύπαρξης.
§ Τα μήλα είναι δύο, γιατί πάντα μια ανθρώπινη σχέση θέλει δύο άτομα. Άτομα που γνωρίζουν .
§ Δύο χέρια, δύο μάτια με φόντο την πόλη. Είναι καλύτερα όταν έχεις και δεύτερο χέρι και μια άλλη οπτική στην καθημερινότητά σου. Η λαϊκή ρήση «κράτα με να σε κρατώ ν’ ανεβούμε το βουνό» ίσως πρέπει να’ ναι το αξίωμα μας στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Σχέσεις εμπιστοσύνης, όπου τα όρια παραμερίζονται…

Βιβλιογραφία
· Ρ. Καυταντζόγλου & Μ. Πετρονώτη, Όρια και Περιθώρια Εντάξεις και Αποκλεισμοί, ΕΚΕ, Αθήνα 2000
· Δ. Μακρυνιώτη, Τα Όρια του Σώματος, νήσος, Αθήνα 2004
· Μ. Φουκώ, Επιτήρηση και Τιμωρία…, Κέδρος, Αθήνα 1976
Πηγές στο διαδίκτυο
·
http://www.kastaniotis.com/book/960-03-3791-8